Καταρχήν μόλις απολύθηκα από το στρατό. Μερσί μερσί ευχαριστώ άσχετο με το θέμα άλλα έπρεπε να το πω. Λελέ...
Υπήρχε κάποτε ένα θέμα που ήταν
γιατί οι φοιτήτριες της Σάμου είναι τόσο για τον π**τσο κτλ κτλ . Αν θυμάμαι καλά ο αρχικός σκοπός του παιδιού ήταν να γραφτούν ιστορίες αστίες από τη φοιτητική μας ζωή. Τελικά το thread δεν πήγε και τόσο καλά γιατί κατέληξε σε καυγάδες και άλλες παράλογες ιστορίες τύπου αγοράκια vs κοριτσάκια που τα θεωρώ κατώτερα και χαζά.
To σημαντικό είναι οτι κανένας δεν μπήκε στον κόπο να γράψει ιστορίες. Ετσι λοιπόν στο πρώτο μου post αποφάσισα αντί για ιστορίες από το στρατό να αρχίσουμε να λέμε τέτοιες χαζές ιστορίες.
Αχέμ...
Ήταν το 3ο έτος μου φοίτησης στη Σάμο και τελόσπαντων σαν παιδί και εγώ ήθελα μια κοπέλα.Ας την πούμε Μαρία. Πολύ γλυκιά και όμορφη η κοπέλα η Μαρία είχε τύχει να είμαστε εκείνο τον καιρό στην ίδια παρέα και γνωριστήκαμε κάτι παραπάνω. Ε δεν άργησε να μου αρέσει. Αρχισα λοιπόν να βρίσκω κάθε χαζή δικαιολογία για να τη συνοδεύω στο σπίτι της (έμενα πίσω απ΄οτη ΔΕΗ για όσους σπουδάζουν Σάμο). Τη μία ήθελα να πάω να δω ένα φίλο μου, την άλλη να γυρίσω κάτι DVD , την άλλη είχε χαλάσει ο υπολογιστής μιας φίλης μου.
Αφού λοιπόν εξάντλησα όλες αυτές τις δικαιλογίες ( και αφού είχα "χαλάσει" για τρίτη φορά τον υπολογιστή της φίλης μου) αποφάσισα να τη ζητήσω να βγούμε για ένα καφέ. Σε κάθε μας βραδυνό περίπατο ήταν γενικά ομιλιτική και είχα ελπίδες. Μαζεύω λοιπόν το θάρρος μου και ένα βράδυ εκεί που την αφήνω στο σπίτι της της λέω :
- Βρε Μαρία θες να βγούμε για ένα καφεδάκι?
- Βεβαίως , μου λέει , να πούμε και στα παιδιά και να πάμε!
Διάολε λέω! Τι τα θέλει τα παιδιά?!!? Κακό αυτό. Της λέω
-Εεεεε έλεγα να πάμε οι δυο μας βασικά βρε παιδί μου.
-Α άμα είναι να πάμε οι 2 μας άστο καλύτερα.Και μου χαμογελάει...
Να πάρει και το είχα σίγουρο!!!Συντετριμμένος μαζευω τα πόδια μου και πάω στον φίλο μου τον Κώστα. Ο Κώστας εντάξει παιδί έμενε απέναντί μου (εγώ έμενα στο Hondos Center τότε) και πάντα με 2 μπουκάλια κρασί για την περίσταση. Αράζουμε λοιπόν ανοίγουμε και τα κρασία και ξεκινάμε την τέχνη του φιλοσοφείν (αγαπημένη τέχνη των απανταχού καψούρηδων - ξέρετε "Ναι έφαγα χυλόπιτα, αλλά τι είναι η ζωή τι είναι ο άνθρωπος...") . Σε κάποια φάση το κρασί αναπόφεκτα τελειώνει και αποφασίζουμε να συνεχίσουμε σε ένα μπαρ - το Παρά Πέντε για όσους είναι Σάμο.
Στο δρόμο, την είχαμε ακούσει και λίγο, λέω στο φίλο μου.
-Ρε συ Κώστα...
-Ελα ρε , μου κάνει.
-Ρε συ και τι χυλόπιτα, του λέω, έφαγα? Ενα "άστο καλύτερα" για να πάμε για καφέ. Είναι αυτή χυλόπιτα που να πάμε να τα πιούμε?
Ξύνει το κεφάλι του...
-Σαν καλά να τα λες... Και τι θα κάνεις?
-Πάμε του λέω να φάω μια καλή χυλόπιτα σωστή, και μετά να πάμε να τα πιούμε!
-Δηλαδή?
-Παρακολούθα... του κάνω.
Πηδάω στην αυλη μιας πολυκατοικίας και κόβω ένα τριαντάφυλλο από τον κήπο. Με κοιτάει ο φίλος μου.
- Τι σκαρφίστηκες πάλι ρε μπαγάσα? μου λέει
- Θα της κάνω ,του λέω , μια ερωτική εξομολόγηση με τα όλα της! Θα της δώσω το λουλούδι θα γονατίσω , θα πω λόγια αγάπης και αιώνιου έρωτα. Ολα! Αμα φάω και με αυτό χυλόπιτα τότε
πάμε να τα πιούμε. Αλλά να το δεις με όλο αυτό θα την κάνω να λιώσει!
Πάμε λοιπόν στην πολυκατοικία της. Ανεβαίνω επάνω. Φτάνω στην πόρτα.Γονάτισμα ,τριαντάφυλλο στα χέρια, βλέμμα σκέτος θάνατος. Χτυπάω....
Έκανα λάθος τον όροφο...
Τι το πότο , τι το οτι στο ίδιο της το σπίτι δεν είχα ανέβει σχεδόν ποτέ , μια φορά αντί για τον τρίτο όροφο πήγα στο δεύτερο . Μου ανοίγει μια άλλη κοπέλα. Ηταν από εκείνες της ομορφούλες , της γλυκούλες, τις "καλές κοπέλες" που κανείς όμως δεν τις κοιτάζει δεύτερη φορά. Με βλέπει έτσι στα γόνατα, με το λουλούδι στο χέρι , ε τι να υποθέσει και αυτή.
-ΩΩΩΩΩΩΩΩ, μου κάνει , δεν τον πιστεύω!!!!!!!!
Την κοιτάζω και σκαλώνω. ΜΑ ΣΚΑΛΩΝΩΝΩ όμως. Και λέω το πιο ρομαντικό πράγμα που περιμένει να ακούσει κοπέλα σε μια τέτοια περίπτωση.
- Εεεεε λάθος πόρτα...
Ακολουθεί 1 λεπτού σιγή που θα την ζήλευε και κηδεία του πρώτου νεκροταφείου. Στο τέλος λέω.
- Εεε θα την κλείσω εγώ την πόρτα - η κοπέλα είχε μείνει στήλη άλατος. Συγγνώμη.
- Δεν πειράζει , ναι ναι μου κάνει.
Και κλείνω την πόρτα. Από τις πιο ντροπιαστικές στιγμές στη ζωή μου. Γυρνάω και βλέπω τον φίλο μου να έχει λιώσει στα γέλια. Η πολυκατοικία είχε τζαμαρία και με είδε να πηγάινω αλα ντάλον. Τι να κάνω . Είχα έρθει ως εκεί και θα πήγαινα ως το τέλος.
Και πήγα. Και γονάτισα. Και τα είπα όλα τα λογάκια. Και έφαγα το άκυρο . Αδύνατον μου είπε η κοπέλα παλιά μου άρεσες τώρα πια όχι. Βρε παιδάκι μου βρε καμάρι μου βρε καρδιά μου , με τίποτα! Και την έφαγα και τη χυλόπιτα μια χαρά. Και έφυγα με το κεφάλι ψηλά και την ψυχή στα πόδια που λέει και το τραγούδι. Πάω βρίσκω τον φίλο μου ο οποίος γέλαγε ακόμα.
-Ντάξει μου κάνει? Πάμε να τα πιούμε? Δουλεύει και η ωραία η κοκκινομάλα σήμερα στο παρα πέντε.
Το σκέφτομαι.
-Μισό λέπτό... του κάνω.
Πάω και χτυπάω στην κοπέλα του δεύτερου. Μου ανοίγει.
-Γεια , της κάνω.
-Εεε γεια.
-Μόλις έφαγα χυλόπιτα.
-Α ,εεεε λυπάμαι.
-Α όχι μη λύπασαι πάμε να τα πιούμε να το γιορτάσουμε και εσύ έρχεσαι μαζί.
-Ε ?
-Ούτε ε ούτε α . Ντύσου.
Και την πήραμε μαζί μας. Και πήγαμε και τα ήπιαμε. Και περάσαμε φίνα. Και ας μην κάναμε μετά παρέα με εκείνη την κοπέλα , ούτε που θυμάμαι πια πως την λέμε. Εκείνο το βράδυ περάσαμε φίνα. Γιατί μια χυλόπιτα με γονάτισμα , τριαντάφυλλο , και λόγια αιώνιας αγάπης είναι μια χυλόπιτα που αξίζει να πας να τα πιεις!