Γράφει ο Πάνος Δραμυτινός :
Κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης καλλιεργεί τους ανθρώπους σε διαφορετικό επίπεδο. Για παράδειγμα, η ανώτατη εκπαίδευση προσφέρει τα εργαλεία για κάποια μορφή μελλοντικής απασχόλησης, ενώ το νηπιαγωγείο μαθαίνει στα παιδιά την αξία της ευγνωμοσύνης, του σεβασμού, της ομαδικότητας και της κοινωνικότητας. Κάπου εκεί, μετά το νηπιαγωγείο, τα παιδιά φορτώνονται 5 κιλά βιβλία και πέφτουν στο διάβασμα. Όταν σηκώσουν κεφάλι, οι γονείς και το σχολείο τούς ενημερώνουν σχετικά με την ωμή πραγματικότητα, εκείνα εγκαταλείπουν τα ταλέντα τους στο παιδικό δωμάτιο, δηλώνουν πλήρη υποταγή στο φόβο και μπαίνουν για τα καλά στο τούνελ της απελπισίας (βλέπε συσσωρευμένη οργή, τον Δεκέμβρη του 2008). Αργότερα, ως ενήλικες, κάνουν το ίδιο με τη μιζέρια της συμβατικότητας και του κομφορμισμού. Τριανταπέντε χρόνια αυτού του διεφθαρμένου παραμυθιού δεν ήταν αρκετά για να αντιληφθούν οι άνθρωποι της πολιτικής εξουσίας πως η απουσία ευθυκρισίας, σεμνότητας, σύνεσης και τιμιότητας είναι συνέπεια της αμέλειας που έδειξαν όταν καλλιεργούσαν τις αξίες αυτές σε αποδέκτες μικρής ηλικίας, τότε που τα διδάγματα αποδίδουν.
Κάποιοι λένε πως η κρίση των αξιών προηγείται της οικονομικής κρίσης. Αν η φασαρία κοπάσει, ίσως αυτό το ζήτημα αναδυθεί. Προς το παρόν, η συζήτηση για την παιδεία περιορίζεται στις εισαγωγικές εξετάσεις, στην ανώτατη εκπαίδευση, στην εύρεση εργασίας και στον εκπαιδευτικό Καλλικράτη. Συζητάμε, δε, για την παρούσα κατάσταση σαν να είναι αποκομμένη από το παρελθόν και σαν να μην πρόκειται να έχει συνέπειες στο μέλλον.
Όταν αναφερόμαστε στην ανάπτυξη, πολύ συχνά εννοούμε την εξέλιξη της τεχνολογίας, την κατανάλωση, τη διόγκωση της παραγωγής αγαθών, τη σύσταση θεσμών κ.ά.. Με άλλα λόγια, εννοούμε το πνευματικό ή υλικό προϊόν της ανθρώπινης δραστηριότητας. Όταν δεν υπάρχει προϊόν, θεωρείται πως δεν υπάρχει και ανάπτυξη. Εκείνο που λησμονούμε όμως είναι η ανάπτυξη της ανθρώπινης ψυχής. Η ανάπτυξη, δηλαδή, που γεννάει τις ανθρώπινες προθέσεις προς εαυτούς και άλλους.
Αν θέλουμε μια κοινωνία ευσυνείδητων πολιτών, θα πρέπει να επέμβουμε στις προθέσεις του ατόμου και ως εκ τούτου, στη συνείδησή του και στο πρωτογενές σύστημα αξιών του. Το τελευταίο προκύπτει σε μικρή ηλικία, όταν οι άνθρωποι μαθαίνουν τα όριά τους, μετράνε τις δυνάμεις τους, παραδειγματίζονται από τους άλλους και γεύονται την πολύπτυχη ζωή τους.
Αν το κράτος προτίθεται να επενδύσει στην ποιότητα των μελλοντικών πολιτών, τότε θα πρέπει να έχει πλήρη συνείδηση των παιδικών ερεθισμάτων: αυτά που βλέπουν, που ακούν και μαθαίνουν, δε μπορεί παρά να είναι αντικείμενο καθημερινής, αυστηρής, απόλυτης και αδιάκοπης παρακολούθησης, ανταλλαγής απόψεων σε όλα τα επίπεδα, αλλά και σχεδιασμού. Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς εάν αυτό ισχύει σήμερα, εάν για παράδειγμα ανοίξει την τηλεόραση το μεσημέρι ή αν μετρήσει τους άδειους χώρους άθλησης σε μια χώρα με τόσο καλό καιρό, βουνά, θάλασσα και ζωντάνια.
Τα πιο συχνά επιχειρήματα είναι πως φταίνε και οι γονείς και πως υπάρχει ελεύθερη βούληση των παιδιών (ή των γονέων τους) να κλείσουν την τηλεόραση ή να ασχοληθούν με αθλητικές δραστηριότητες. Με αυτό τον τρόπο η πολιτική αρχίζει με το να επιτρέπει τα πάντα και τελειώνει όταν τα εγκαινιάσει! Ωστόσο, μία από τις εξυπνότερες καμπάνιες που θυμάμαι είναι εκείνη για την χρήση της ζώνης ασφαλείας στο αυτοκίνητο και τη φράση “Μπαμπά φόρα ζώνη”. Η καμπάνια αφορούσε τις τηλεοπτικές διαφημίσεις και την ενημέρωση στο σχολείο. Σε μικρή ηλικία δοκίμασα τη φράση και πέτυχε: Ο πατέρας μου μετά από λίγη γκρίνια φόρεσε ζώνη και δεν την ξαναέβγαλε ποτέ. Άρα, το σχολείο είναι απόλυτα ικανό να διορθώσει και να καλλιεργήσει νοοτροπίες που τελικά επηρεάζουν και τους γονείς.
Αν οι πολιτικοί φορείς δεν έχουν την τεχνογνωσία για τη σοφή ανασυγκρότηση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ας γίνει τουλάχιστον ορατή η πρόθεσή τους να σχεδιάσουν το μέλλον και να θεμελιώσουν την πρόοδο με το χρήμα. Σίγουρα ο τόπος δεν πρόκειται να δει προκοπή σε 30 χρόνια, στην περίπτωση που σήμερα το κράτος αγοράσει 15 νέα πολεμικά αεροσκάφη. Θα δει όμως προκοπή, εάν επενδύσει σε περισσότερο διδακτικό προσωπικό, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους ικανούς δασκάλους να αφιερώσουν περισσότερη από την ενέργειά τους στις ιδιαιτερότητες κάθε παιδιού. Να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες που θα επιτρέψουν στους δασκάλους να επικοινωνούν με τους γονείς των παιδιών και να αναλάβουν το ρόλο του διαμορφωτή συνειδήσεων, του προστάτη και του μέντορα.
Όλες αυτές είναι απλές σκέψεις, που όλοι κάνουμε, αφού προκύπτουν σε καθημερινές συζητήσεις σχετικά με την κατάντια του κράτους. Διαρκούν όμως λίγο, γιατί αυτές οι συζητήσεις γίνονται από ενήλικες που καίγονται για πιο εφήμερα θέματα, βιοπάλης στην καλύτερη περίπτωση και ματαιοδοξίας στη χειρότερη. Επίσης, αν τις γνωρίζουμε εμείς, τότε τις γνωρίζουν και όσοι είναι σε θέση ισχύος. Πολίτες με το δικαίωμα να αποφασίζουν για το συμφέρον όλων και την υποχρέωση να προάγουν την κοινή πρόοδο. Γιατί τότε δεν γίνεται τίποτα; Αν ισχύει πως οι πολιτικοί φορείς γνωρίζουν, τότε η απουσία ισχυρής βούλησης για αντικατάσταση της νοοτροπίας που αποδεικνύεται καθημερινά καταστροφική για τους μελλοντικούς πολίτες, μπορεί να ονομαστεί αμέλεια, και αν λάβει κανείς υπόψη τις συνέπειες που έχει αυτή η αμέλεια, τον ασυγκράτητο καταναλωτισμό που οδηγεί στη χρεοκοπία και στη φυλακή, τη διαφθορά που οδηγεί στην αδικία και τον ατομισμό και σε ακραίες περιπτώσεις στην απόγνωση και στον ψυχίατρο, τότε η αμέλεια αυτή μπορεί να ονομαστεί και εγκληματική. Κάποιοι θα τολμούσαν να την ονομάσουν προδοσία, κάθε φορά που μια επιπόλαια πολιτική απόφαση μας οδηγεί προς τα πίσω ή κάθε φορά που το κράτος επιβραδύνει ή ανακόπτει μια θετική προσπάθεια προς το κοινό καλό.
Τα σχολεία της χώρας, δημόσια και ιδιωτικά, είναι γεμάτα φορείς της ελπίδας και της προόδου. Τι κερδίζει σήμερα το διανοητικά ανάπηρο κράτος μας με τον αδιάκοπο εξαναγκασμό των παιδιών στο διάβασμα και με τον ανταγωνισμό στη βραχύβια απομνημόνευση πληροφοριών; Για ποιο λόγο, το έτος 2010 (σσ: το κείμενο έχει γραφτεί το 2010), το σύστημα δεν είναι ικανό να εντοπίσει, να καλλιεργήσει και να αναδείξει τα ποικίλα ταλέντα των παιδιών; Γιατί δεν υπάρχει περισσότερη μουσική, ζωγραφική και μαστορέματα στα σχολεία, όταν μετά από κάθε περίοδο παρακμής ήταν πάντοτε η τέχνη εκείνη που ενέπνεε την επιστήμη και την πολιτική; Γιατί η μάθηση δεν είναι πιο βιωματική; Ποιος πιστεύει σήμερα πως είναι δείγμα προόδου η θεσμοθετημένη χρήση του ηλεκτρονικού υπολογιστή στα σχολεία; Όταν το κράτος οδεύει στη χρεοκοπία ούτως ή άλλως, είναι απλά θέμα θαρραλέας απόφασης (απ’ ότι θυμάμαι το θάρρος είναι αρετή) η επένδυση, όχι του 5%, αλλά του 20% του ΑΕΠ στην παιδεία.
Αν θέλουμε μέλλον, τότε περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό και περισσότεροι υλικοί πόροι πρέπει να επενδυθούν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, για χρονικό διάστημα ικανό ώστε να εδραιωθεί η αναπτυξιακή νοοτροπία που μας λείπει και ύστερα να αφήσουμε το σύστημα να αναπαράγεται και να προοδεύει.
Κάθε μέρα φονεύεται το ταλέντο και το πάθος αναρίθμητων νέων ανθρώπων, που είναι την ίδια στιγμή το μέλλον του τόπου.
___
κείμενο: Πάνος Δραμυτινός (panos -at- dramitinos.gr)
φωτογραφικό υλικό με εικονογράφηση πρωτότυπη: Βασίλης Ευδοκιάς ~ Επιμέλεια από περιοδικό "Serious"
Κείμενο και φωτογραφίες υπόκεινται σε Creative Commons Άδεια χρήσης, σύμφωνη και με την πολιτική δημοσιεύσεων του παρόντος ιστότοπου
[ download τεύχους σε μορφή PDF (~7.5MB) ]