Γράφουν η Φελίσια Παναγιωτάκου και ο Γιάννης Αποστολόπουλος :
Τους χαρίστηκε ένας κόσμος και στην συνέχεια τους τον πήρανε πίσω. Με αφορμή την οικονομική κρίση και την οικονομική δυσχέρεια που μαστίζει την χώρα μας τα τελευταία χρόνια έγιναν πολλάκις μεταγραφές παιδιών από ιδιωτικά σε δημόσια ιδρύματα. Μεταγραφές που χρόνο με χρόνο αυξάνονται με ταχύ ρυθμό. Είναι μια κατάσταση γνωστή σε όλο της το φάσμα, όμως αναρωτηθήκαμε ποτέ πώς υποδέχθηκαν αυτές τις μεταγραφές τα παιδιά του ιδιωτικού καθώς επίσης και τα παιδιά του δημοσίου; Δυο διαφορετικές κουλτούρες πρέπει να πορευτούν μαζί, πόσο εφικτό μπορεί να είναι αυτό;
Ένα σενάριο: Ιδιωτικά -vs- Δημόσια
Τα παιδιά τα οποία φοιτούσαν στα ιδιωτικά ιδρύματα έχουν ομολογουμένως αναπτύξει μια διαφορετική κουλτούρα, εφοδιασμένη με εικόνες και πολλά προνόμια σε σχέση με τα όσα παρέχονται στο δημόσιο ίδρυμα. Έρχονται σε επαφή και βιώματα με καλύτερες εγκαταστάσεις που δίνουν έμφαση στον αθλητισμό, τέχνες και εξειδικευμένα προγράμματα μάθησης καθώς και προσωπικό που έχουν ρόλο να καλλιεργούν το πνεύμα του παιδιού. Εγκαταστάσεις, αίθουσες διδασκαλίας, υλικοτεχνικός εξοπλισμός και μια γενικότερη αίσθηση «φιλικής» ατμόσφαιρας διαμορφώνουν ένα περιβάλλον που φαίνεται να δείχνει ιδανικό. Ένα περιβάλλον όμως που διαμορφώνει συνάμα και αντίστοιχες συνειδήσεις ή αντιλήψεις, ενισχύοντας μια αίσθηση «προστατευτισμού» και κατ'επέκταση μιας αναδυόμενης διάκρισης έναντι άλλων συνομήλικών τους παιδιών που μπορεί να μην έχουν τις ίδιες ευκαιρίες ή προνόμια με τους ίδιους. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις όπου τα παιδιά του ιδιωτικού «σνομπάρουν» τα παιδιά του δημοσίου υποστηρίζοντας πως είναι «κατώτερης κοινωνικής τάξης» και εξαιτίας αυτού δεν μπορούν να αναπτύξουν φιλικές σχέσεις μαζί τους.
Από την άλλη πλευρά τα παιδιά του δημοσίου βρίσκονται εκτεθειμένα σε ένα πλήθος από συγκρουόμενες καταστάσεις της κοινωνικής ζωής. Στο σχολείο της γειτονιάς τους ή μιας γειτονικής περιοχής (μην ξεχνάμε και τα απομακρυσμένα χωριά, της ηπειρωτικής και νησιωτικής επικράτειας) έχουν μάθει με τα ελάχιστα που μπορεί να τους προσφέρει ένα σχολείο. Ένα σχολείο που είναι λιγότερο ίσως «προστατευμένο» και περισσότερο επηρεαζόμενο από τις συγκυρίες της εκάστοτε εποχής. Παίρνουν την γνώση από αυτό χωρίς όμως να είναι η μέγιστη που θα μπορούσαν να απορροφήσουν. Το δημόσιο δεν έχει ποικιλία από εξελιγμένες μεθόδους μάθησης, κάτι που συνήθως ισχύει λόγω του ότι είναι προκαθορισμένο το πρόγραμμα ύλης αλλά και δύσκαμπτος ο μηχανισμός υποστήριξης του διδακτικού έργου και ελλιπής πολλές φορές ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός ή συναφείς παροχές (πολλά σχολεία αντιμετωπίζουν προβλήματα θέρμανσης ή μόνωσης, πόσο μάλλον όταν και η πρόσβαση σε αυτά είναι δύσκολη λόγω άλλων κινδύνων - περιβαλλοντικών και λοιπών). Σε τάξεις των 20-25 ή και 30 ατόμων δεν είναι εφικτή η αποδοτικότητα των παιδιών στο μέγιστο δυνατό, ενώ και η ποικιλία πολλές φορές στις ίδιες τις συνθήκες των οικογενειών τους δεν αφήνουν ανεπηρέαστη τη ψυχοσύνθεση των μαθητών.
Όμως υπάρχει ένα ενδιαφέρον «παράδοξο», σε πολλές από τις περιπτώσεις, κάτι που μας οδηγεί σε έναν ενδιαφέροντα προβληματισμό: τα παιδιά μαθαίνουν στα λιγότερα και προσπαθούν να διεκδικούν τα περισσότερα. Εδώ συναντάται μια ιδιόμορφη αντίθεση με τα παιδιά τω ιδιωτικών ιδρυμάτων, που έμαθαν και συνηθίζουν στα περισσότερα και στις περιπτώσεις που έχουμε μεταθέσεις αυτών από τα ιδιωτικά σε δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα, νιώθουν ή είναι υποχρεωμένα να μάθουν στα λιγότερα. Πολλά παιδιά του δημοσίου «σνομπάρουν» επίσης τα παιδιά του ιδιωτικού αποκαλώντας τα «βουτυρόπαιδα», αφού πιστεύουν πως αυτά τα παιδιά έχουν μεγαλώσει σε ένα «χρυσό κλουβί» και δεν μπορούν να αντιληφθούν την πραγματικότητα.
Στο σχολικό έτος έτος 2010-2011, δημιουργήθηκε η μαθητική ταινία της Κινηματογραφικής Ομάδας του 2ου Γυμνασίου Άνω Λιοσίων με τίτλο «Λέγε με "Φίλε"». Είναι μία ταινία μικρού μήκους, όπου με την ενεργή συμμετοχή των μαθητών σε αυτήν μας πέρασαν ένα ιδιαίτερο μήνυμα που όλοι πρέπει να το βιώσουμε. Καλό θα ήταν να του αφιερώσετε μερικά λεπτά..
Κοινωνικές ανισότητες = Ρατσισμός. Από ποιόν όμως;
Μπορεί εύκολα κανείς να αντιληφθεί την διαφορετικότητα αυτών των παιδιών. Είναι ένα είδος ρατσισμού που ασκούν τα παιδιά μεταξύ τους. Μέχρι πρότινος θα μπορούσαμε να δεχθούμε αυτόν τον ρατσισμό από τα παιδιά του ιδιωτικού ή του δημοσίου και θα τον θεωρούσαμε μέχρι ενός σημείου φυσιολογικό, λόγω διαφορετικής κουλτούρας και φυσικά, ερεθισμάτων στα οποία βρίσκονται εκτεθειμένα. Όμως αυτό που μας εντυπωσίασε και έδωσε το έναυσμα για αυτό το άρθρο είναι οι εμπειρίες που μοιράστηκαν μαζί μας κάποια παιδιά του ιδιωτικού που λόγω συγκυριών μεταφέρθηκαν στο δημόσιο σχολείο.
Φάνηκε λοιπόν πως δεν δέχτηκαν τόσο μεγάλο ρατσισμό από τα παιδιά του δημοσίου, όσο δέχτηκαν από τους φίλους τους στο ιδιωτικό σχολείο. «Τα παιδιά του ιδιωτικού θεωρούν πως είναι ο `καλός κόσμος`», «είχα ακούσει πολλά για το δημόσιο, όπως ότι στο σχόλασμα τα παιδιά τσακώνονται μεταξύ τους, σκέφτηκα ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συνέβαινε και με εμένα, αλλά ποτέ δεν τους έδωσα το δικαίωμα για να γίνει και δεν έγινε», «όταν έφυγα από το παλιό μου σχολείο, προσπαθούσα να κρατάω επαφή με τα παιδιά, μέχρι που η επαφή κόπηκε εντελώς», «πιστεύω ότι οι παρέες του δημοσίου είναι πιο αληθινές, με τα κατάλληλα άτομα πάντα», «τα παιδιά του ιδιωτικού δεν θα ασχολιόντουσαν με το τι κάνει πλέον κάποιος παλιός τους φίλος που φοιτά στο δημόσιο».
Ίσως για πολλούς που ερευνούν τα φαινόμενα, οι παραπάνω διαπιστώσεις να μην είναι τόσο άγνωστες. Ωστόσο, για πολλούς μας δίνει μια εικόνα που δημιουργεί προβληματισμό. Οι κοινωνικές δομές και πλέγμα σχέσεων δεν είναι ξέχωρες από την ανάπτυξη της νοοτροπίας μας, αλλά και τη διαμόρφωση των ανθρώπων και των συσχετίσεων αναμεταξύ μας. Στις παραπάνω μαρτυρίες παιδιών που πέρασαν το κατώφλι ενός «ωραιοποιημένου ονείρου» και προσγειώθηκαν (για ποικίλους λόγους) σε μια πιο «ωμή» πραγματικότητα, δείχνουν να εστιάζουν σε μια ιδιότυπη έκφανση ρατσισμού, μια μορφή κοινωνικού αποκλεισμού από τους «πρώην» φίλους τους. Η αλλαγή του σχολείου, αλήθεια, σημαίνει πως έπαψαν να είναι οι ίδιοι άνθρωποι; Μπορεί αυτή η μορφή διαχωρισμού («ιδιωτικό», «δημόσιο») να αποτελεί το διαβατήριο για τη μετέπειτα σταδιοδρομία τους, προς έναν στρωμένο «παράδεισο» ή προς ένα ζοφερό «άδη»;
Χώρους κοινωνικής ζύμωσης όπου ωριμάζει ο νους, η σκέψη και σμιλεύεται το Πνεύμα.
Σε μια κοινωνία, που γαλουχεί τους πολίτες του αύριο και αυτοί οι πολίτες δυνητικά καλούνται να πάρουν τα ηνία του κόσμου στα χέρια τους και να λαμβάνουν αποφάσεις για αυτόν, τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Αλήθεια, αυτές τις παιδικές ψυχές που γεννήθηκαν την ίδια χρονική στιγμή αλλά η -πολλές φορές επιπολαιότητα- των αποφάσεων της κοινωνίας μας τις βάζουν σε δύο διαφορετικές «ράγες» και μάλιστα σε ρόλο «κριτή» και με μια παράλογη «ταμπελοποίηση», τι εκφάνσεις μπορεί να φέρει αργότερα; Κι όταν οι αποφάσεις για το μέλλον των επόμενων γενεών, πολλές φορές τείνουν να παίρνονται από μια συγκεκριμένη «ράγα» των προνομιούχων που είχαν περισσότερες ευκαιρίες να διακριθούν έναντι άλλων, πόσο μπορεί να επηρεάσουν ανεπανόρθωτα (ίσως) και να τροφοδοτούν εις το διηνεκές αυτούς τους διαχωρισμούς;
Στη φύση συναντάμε πολλές φορές αντιθέσεις και ποικιλομορφία σχέσεων. Είναι κάτι το αναπόφευκτο και συνάμα εντυπωσιακό, λόγω της εκπληκτικής ισορροπίας που επιτυγχάνεται δυναμικά. Είναι σημαντικό ίσως να σκεφθούμε όχι το πώς θα αμβλύνουμε τους διαχωρισμούς κινούμενοι εντείνοντας το δίλημμα «ιδιωτική» - «δημόσια» εκπαίδευση (πέφτοντας πολλές φορές σε σοφίσματα), αλλά το πώς θα μπορούσαμε να διαμορφώσουμε ισχυρούς δημόσιους οργανισμούς, υγιείς και εύρωστους. Χώρους κοινωνικής ζύμωσης όπου μπορούν να έχουν πρόσβαση όλοι και ακριβώς μέσω αυτής της ποικιλομορφίας των αφετηριών του καθενός ωριμάζει ο νους, η σκέψη και σμιλεύεται το Πνεύμα, αυτό που οφείλει να προσφέρει η Παιδεία μιας χώρας - πολιτείας.
Μια κοινωνία δίχως παιδεία άλλωστε είναι καταδικασμένη. Η παιδεία δεν είναι δυνατόν να σφυρηλατείται μέσα σε ελιτισμούς, γιατί αυτή η νοοτροπία δηλητηριάζει και την ανθρώπινη παιδική ψυχή αλλά και την κοινότητα που ζουν σε έναν τόπο, σε μακροκλίμακα. Ο «ελιτισμός» δεν έχει καμιά σχέση με τον «πολιτισμό», ας τολμήσουμε να το παραδεχτούμε.
Σε μια επιπλέον τοποθέτηση, ένας που θεωρείται προνομιούχος, είναι συνάμα και «ελεύθερος»;
Αν δώσουμε την ευκαιρία να αφουγκραστούν όλοι και βιωματικά τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, δεν θα ήταν ένα από τα πιο χρήσιμα «μαθήματα» που θα μπορούσαμε να δώσουμε στα παιδιά; Δεν είναι σημαντικό να μιλάς για σεβασμό αλλά να μπορείς να τον κατανοείς κιόλας, ακριβώς μέσω μιας διαδικασίας που να μπορεί όντως να βοηθήσει και να εκτιμήσει τη συναρπαστικότητα της ποικιλομορφίας;
Οι σκέψεις, ερωτήματα και προβληματισμοί, είναι για όλους μας...
________
Πηγές εικόνων & μερική επεξεργασία τους (επιμέλεια από ομάδα σύνταξης MyAegean): (dimorsitanos), (lel4nd), (namoscato)