Γράφει η Μαίρη Μανωλάκη:
Με αφορμή την ταινία «Slumdog Millionaire» και τη κατάσταση που επικρατεί στην Ινδία, σκέφτηκα να αναλύσουμε όλα αυτά που είδαμε στην ταινία με μια κριτική ματιά πιο κοινωνιολογική.
Λίγα λόγια για την ταινία
Το Slumdog Millionaire είναι μια βρετανική δραματική ταινία του 2008, σκηνοθετημένη από τον Ντάνι Μπόιλ και την Λαβλίν Ταντάν (Loveleen Tandan), σε σενάριο του Σάιμον Μποφόι (Simon Beaufoy). Είναι διασκευή του βραβευμένου μυθιστορήματος Q and A, του Ινδού συγγραφέα και διπλωμάτη Vikas Swarup. Διαδραματίζεται και γυρίστηκε στην Ινδία και παρουσιάζει την ιστορία ενός νεαρού αμόρφωτου Ινδού από τις φτωχογειτονιές της Βομβάης, ο οποίος εμφανίζεται στην ινδική εκδοχή του τηλεπαιχνιδιού Ποιος Θέλει Να Γίνει Εκατομμυριούχος και ξεπερνά τις προσδοκίες του κοινού, εγείροντας τις υποψίες του τηλεοπτικού οικοδεσπότη και της αστυνομίας.
Η ταινία έχει κερδίσει πέντε βραβεία κριτικών (Critics' Choice Awards), τέσσερις Χρυσές Σφαίρες, επτά βραβεία BAFTA και οκτώ Όσκαρ (από τα δέκα για τα οποία ήταν υποψήφια).
Η Ινδία και η κοινωνία της
Η Ινδία αντιμετωπίζει ένα μεγάλο πρόβλημα, το οποίο είναι υπαίτιο για πολλά προβλήματά της και το όνομα αυτού κάστα. Οι κάστες, εξακολουθούν να υπάρχουν παρά την απαγόρευση με νόμο και να καθορίζουν την εσωτερική οργάνωση της κοινωνίας καθώς και την ζωή των κατοίκων της Ινδίας.
Η ταινία περιγράφει ακριβώς τα αποτελέσματα της κάστας στην ζωή όλων: φτώχεια και μεγάλες ανισότητες. Ο ήρωας ανήκει στις παρίες, δηλαδή θεωρείται κατώτερος και αποκρουστικός από την υπόλοιπη κοινωνία, στην ουσία όχι άνθρωπος. Αυτό φαίνεται και από τον τρόπο που του μιλάει και ο παρουσιαστής του τηλεπαιχνιδιού. Του φέρεται με απότομο τρόπο, με υπεροψία και δεν πιστεύει ότι κέρδισε με την αξία του, γι’ αυτό και τον κατήγγειλε στην αστυνομία, η οποία στην αρχή τον αντιμετώπισε με δυσπιστία και τον βασάνισε. Αυτοί οι άνθρωποι στην Ινδια ονομάζονται ανέγγιχτοι (untouchable), το γιατί θα το δούμε παρακάτω.

Μέσα στην ταινία περιγράφεται η ζωή μιας παρίας πολύ ρεαλιστικά για να γίνει κατανοητή από τον έξω κόσμο, ίσως σαν μια κραυγή διαμαρτυρίας αυτών των ατόμων για να αποκτήσουν δικαιώματα και αξιοπρέπεια. Προπαντός αυτό επιθυμούν, γιατί δεν είναι για κανέναν δίκαιο να ζει περιθωριοποιημένος και στιγματισμένος στην ίδια του τη χώρα, χωρίς δικαίωμα ούτε στη ζωή ούτε στο θάνατο. Γιατί και η θρησκεία τους καταδικάζει να μην έχουν δικαίωμα ούτε στην ζωή αφού είναι παιδιά ενός κατώτερου θεού. ‘‘Οι Ανέγγιχτοι δεν επιτρέπεται να διασχίζουν τη γραμμή που χωρίζει το δικό τους μέρος του χωριού από εκείνο που κατοικούνε οι ανώτερες κάστες. Δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα ίδια πηγάδια, να επισκέπτονται τους ίδιους ναούς, να πίνουν από τα ίδια φλιτζάνια στα υπαίθρια μαγαζιά ή να εγείρουν αξιώσεις σε γη που βάσει του νόμου είναι δική τους. Τα παιδιά των Ντάλιτ αναγκάζονται να κάθονται στο πίσω μέρος των αιθουσών διδασκαλίας και οι κοινωνίες ως σύνολα ωθούνται να εκτελούν σε βάρος τους εξευτελιστικές τελετουργίες στο όνομα της κάστας’’.
‘‘Πολλά κορίτσια των Ντάλιτ, πριν φτάσουν στην ηλικία της ήβης, εξωθούνται στην πορνεία προς χάριν των αφεντικών των ανώτερων καστών και των ιερέων των χωριών. Η σεξουαλική κακοποίηση και άλλες μορφές βίας κατά των γυναικών συνηθίζονται από τους ιδιοκτήτες γης και την αστυνομία που παραδίδει «πολιτικά μαθήματα» και καταπνίγει τις διαφωνίες, όταν οι Ντάλιτ απαιτούν καλύτερα μεροκάματα, δικαιότερη μεταχείριση ή απλά περνούν από τη γη μελών ανώτερων καστών’’, καταλήγει η έκθεση.
Οι Ντάλιτ, που κατάφεραν να προοδεύσουν από την εργασία τους στις χώρες του Αραβικού Κόλπου, εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως περιθωριακοί όταν επιστρέφουν στο σπίτι τους. Υπάρχουν αμέτρητες καταγγελίες τους για επιθέσεις που δέχτηκαν στην προσπάθεια τους να αγοράσουν γη για τις οικογένειες τους.
Οι κάστες

Εκείνοι που κατόρθωσαν να αποκτήσουν πανεπιστημιακή μόρφωση, ακόμη αποφεύγονται στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, ενώ δε μπορούν να στεριώσουν σε επαγγέλματα που κυριαρχούν Ινδουιστές ανώτερων καστών. Αυτό ακριβώς είναι το σύστημα των καστών. Μετρά τέσσερις προνομιούχες κάστες που έχουν δικαίωμα στην ζωή και στον θάνατο και 2.000 ενώσεις varna που δεν έχουν δικαίωμα σε τίποτα. Πρέπει να είναι διαχωρισμένοι από τους υπολοίπους και να ζουν έτσι σε όλη τους την ζωή, περιορισμένοι από το σύστημα, το οποίο παραδίδουν και στα παιδιά τους. Πολλές φορές προκαλούν σε αυτά αναπηρίες (το δείχνει και στην ταινία) για να τα βάζουν να ζητιανεύουν, γιατί τους αποφέρουν περισσότερα σε αυτήν την κατάσταση από ότι γερά. Η υγεία δεν είναι απαραίτητη σε αυτούς. Είναι άγνωστη λέξη. Το μόνο που θέλουν είναι να στέκονται στα πόδια τους με κάθε μέσο. Μικροί μεγάλοι, μαθαίνουν μόνοι τους τρόπους να επιβιώνουν σε μια κοινωνία πολύ σκληρή που μόνος ο τυχερός, ο αδίστακτος και δυνατός.
Οι κάστες είναι αναμφίβολα ένας ιδιαίτερος τρόπος κοινωνικής οργάνωσης της ινδουιστικής κοινωνίας. Η διάρθρωση αυτή για κάποιον που δεν γνωρίζει καλά το σύστημα αυτό, είναι δυσνόητο και βαθιά συντηρητικό, οπισθοδρομικό και άδικο. Όμως, για τους ίδιους τους Ινδούς που ζουν κάτω από αυτό το καθεστώς, είναι μία ιδεολογική κατασκευή βασισμένη πάνω σε άτυπους κανόνες και αξίες, που είναι αποδεκτοί από όλα τα μέλη του συστήματος αυτού, οι οποίοι δεσμεύονται από αυτούς και δομούν την ζωή τους πάνω σε αυτούς. Οι κάστες αποτελούν τρόπο ζωής, πολιτισμική, ατομική και κοινωνική ταυτότητα, μορφή εργασίας, μορφωτικό επίπεδο, θρησκεία, πολιτική οργάνωση, καταξίωση, αναγνώριση, αγνότητα, μόλυνση, μεταθανάτιο ζωή.

Η Ινδία ακόμη και σήμερα δεν έχει αποβάλει πλήρως το σύστημα οργάνωσης σε κάστες, όσο και αν προσπαθούν οι κυβερνήσεις με διάφορες πολιτικές και νόμους. Οι κάστες έχουν χαραχτεί στην κοινωνική συνείδηση και όλοι πριν παντρέψουν την κόρη ή το γιο τους ψάχνουν την κάστα από όπου προέρχεται το άτομο που παντρεύουν τα παιδιά τους. Ακόμη και οι αγγελίες γάμων είναι διαχωρισμένες ανά κάστα. Άλλωστε η κάστα κάποιου είναι εμφανής από τον τρόπο ζωής του, ντυσίματος, γλώσσας, νοοτροπίας. Όπως αναφέρθηκε είναι τρόπος ζωής, ταυτότητα ατομική και ομαδική, δύσκολο να αποβληθεί ή να ξεχαστεί. Είναι τόσο δύσκολο όσο και να αλλάξεις φύλο η αλλαγή κάστας. Αυτή η «έμμονη» στις κάστες προέρχεται από την θρησκεία, τον Ινδουισμό. Ο Ινδουισμός με τις έννοιες κάρμα και δαρμα (καθαρότητα και μόλυνση αντίστοιχα) και την μετενσάρκωση, είναι αυτός που κρατά δεμένους τους κατοίκους της Ινδίας στις κάστες. Αν το άτομο θέλει να μετενσαρκωθεί πρέπει να υπακούσει τις εντολές της θρησκείας, οι οποίες είναι συγκεκριμένες και απαραβίαστες. Η θρησκεία σαν κύριο πρόσταγμα για όλα τα μελή της είναι η αγνότητα/ καθαρότητα. Αυτό ισχύει για όλες τις κάστες varna οι όποιες θα αναλυθούν λίγο παρακάτω. Γιατί υπάρχουν και τα jati στα οποία ανήκουν οι Νταλίτ, τα οποία δεν έχουν κανέναν περιορισμό, ούτε και στο τι θα φάνε (οι υπόλοιποι είναι χορτοφάγοι).

Οι κάστες στην Ινδία είναι τέσσερις: οι Βραχμάνοι, οι Ξαντρίγια, οι Βαϊσγια και οι Σούντρα. Η κάθε μία από αυτές συμμετέχει διαφορετικά στην κατανομή της εργασίας. Οι Βραχμάνοι λόγιοι και ιερείς, οι Ξαντρίγια είναι άρχοντες /βασιλείς, οι Βαϊσγια είναι έμποροι και βιοτέχνες και τέλος οι Σούντρα ασκούν τα υπόλοιπα επαγγέλματα (οικοδόμοι, τσαγκάρηδες κα «ταπεινά επαγγέλματα»). Οι κάστες επίσης, έχουν κρυμμένες σχέσεις εξουσίας. Η μία κάστα είναι ανώτερη από την άλλη, διαθέτει περισσότερο κύρος από την άλλη. Και αυτό το κύρος δεν έχει να κάνει με την οικονομική κατάσταση κάθε κάστας, αλλά με την αγνότητα της βάση θρησκείας. Οι πιο αγνοί θεωρούνται οι Βραχμάνοι, οι οποίοι είναι και οι ιερείς και οι παρίες, τα Νταλίτ ή Χαριτζάνς όπως τους έλεγε ο Γκάντι, που είναι οι ακάθαρτοι. Η αγνότητα προϋποθέτει συγκεκριμένο τρόπο ζωής όπως χορτοφαγία, θυσίες όχι με ζώα, γάμους μόνο από την κάστα προέλευσης, καθαριότητα, πίστη, οι γυναίκες με τον θάνατο του συζύγου να καίγονται μαζί του στην νεκρική πυρά (αυτό βασικά είναι προαιρετικό, όμως η γυναίκα για να μην στιγματιστεί και περιθωριοποιηθεί κοινωνικά θεωρεί προτιμότερο να καεί με τον σύζυγο της, ενώ κάτι αντίστοιχο δεν προβλέπετε για τον σύζυγο).

Για τους Ινδούς βέβαια, αυτό το σύστημα δεν φαντάζει άνισο, ούτε άδικο. Είναι όπως είπαμε και προηγουμένως η δική τους πραγματικότητα, το ατομικό τους πλαίσιο αναφοράς. Δεν μπορούν να διανοηθούν να αλλάξουν την ζωή τους, ούτε να την βγάλουν εκτός κάστας. Αν και έπρεπε να την προσαρμόσουν στα νέα δεδομένα, στα νέα επαγγέλματα και να συνειδητοποιήσουν ότι δεν μπορούν συνέχεια να δημιουργούνται νέες κάστες κάθε φορά που νέα επαγγέλματα προκύπτουν.
Αλλά πόσο εύκολο είναι να αλλάξει ένα σύστημα, το οποίο έχει καταφέρει να εντυπωθεί τόσο βαθιά στην ατομική και συλλογική συνείδηση, να γίνει ταυτότητα, θρησκεία, σκέψη, τρόπος ζωής; Έχει καταφέρει να ελέγχει τα μέλη του αποτελεσματικά και χωρίς καθόλου κόπο και βία. Μόνοι τους έχουν καταφέρει να τιμούν τους κανόνες του και να αποδίδουν δικαιοσύνη στους παραβάτες του συστήματος. Καμία άλλη παρέμβαση δεν υπάρχει. Αυτό φαίνεται και στην αδιαφορία που δείχνει η κοινωνία στην νομοθεσία υπέρ των Ντάλιτ. Δεν τηρείται σχεδόν ποτέ, μόνο στον δημόσιο τομέα (σχολεία, δημόσια επαγγέλματα, υπηρεσίες). Η κοινωνία της κάστας έχει δικούς τις αυτορυθμστικούς νόμους, κανόνες και αξίες, που επιφέρουν την εσωτερική γαλήνη και τάξη.
Το συνοδευτικό οπτικό υλικό του παρόντος άρθρου δεν υπόκειται στην ίδια άδεια χρήσης που διέπει το κείμενο και τη δικτυακή πύλη.