Ο τίτλος της ταινίας απλός, όμως ο γαλλικός αέρας της αποπνέει μια ατμόσφαιρα αλλιώτικη. Όχι, δεν είναι μια κλασική ταινία που μιλάει για τον έρωτα, δεν είναι μια κινηματογραφική απόπειρα που έχει σκοπό να αποτυπώσει μια ακόμη βαρετή ιστορία αγάπης ανάμεσα σΆ ένα ζευγάρι, ούτε περνά τα κλισέ στάδια της γνωριμίας, της συμβίωσης, του τσακωμού και της επανασύνδεσης. Με λίγα λόγια δεν αποφέρει καθόλου αέρα Αμερικής και κλασικής ρομαντικής ταινίας του Hollywood.
Πρόκειται για την Ανν και τον Ζορζ, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι πρώην καθηγητές μουσικής. Κατοικούν στην Γαλλία σε ένα αστικό περιβάλλον με αρκετή οικονομική ευχέρεια. Έχουν αποκτήσει μια κόρη η οποία ζει μακριά τους στο εξωτερικό μαζί με τον ¶γγλο άντρα της, που δεν φαίνεται να συμπαθούν και πολύ. Όμως η Ανν ξαφνικά θα περάσει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας το οποίο θα είναι η αφορμή για το ξεδίπλωμα της ταινίας.
Το πρόβλημα αυτό θα φέρει ακόμα πιο κοντά το ηλικιωμένο ζευγάρι, θα αναδείξει κομμάτια τους που παρόλο που είναι παντρεμένοι τόσα χρόνια μαζί, δεν τα γνώριζαν. Κι ενώ το πρόβλημα υγείας θα κάνει την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη, θα συνειδητοποιεί ο θεατής ότι το πρόβλημα δεν έγκειται μόνο στο προφανές ότι η γυναίκα είναι άρρωστη, αλλά στο γεγονός ότι οι σχέσεις των γονιών με την κόρη είναι σαθρές, σχεδόν λειψές, αφού μόνο προς το τέλος της ταινίας αισθάνεσαι ότι η κόρη νοιάζεται για την μάνα.
Μια ταινία άκρως ρεαλιστική. Είναι μια δυνατή προσπάθεια να αποτυπωθεί με γυμνό μάτι η αλλοίωση της σάρκας και σιγά σιγά του μυαλού, όμως απΆ την άλλη και η δύναμη που έχει η αγάπη ενός ανθρώπου πάνω σΆ αυτό το σώμα που ολοένα και καταστρέφεται.
Ο Ζορζ προφανώς αποτελεί τον προστάτη της γυναίκας του. Τον αναγκάζει να δώσει υπόσχεση να μην την επιστρέψει ποτέ στο νοσοκομείο κι εκείνος αναγκάζεται ηθικά να την φροντίζει. Ουσιαστικά αυτό θέλει και ο ίδιος. Στις σκηνές που η Ανν δεν μπορεί να περπατήσει, υπάρχει μια υποβόσκουσα ρομαντική ιδέα, εκείνων των πρώτων ερωτευμένων χρόνων τους. Υπάρχει μια λανθάνουσα μικρή αμηχανία όταν τα πρόσωπα έρχονται κατά λάθος πολύ κοντά. Κι όμως μια αίσθηση ρομαντισμού κυριαρχεί σΆ ολόκληρη την ταινία.
Όταν βλέπεις ένας άνθρωπο που έχει περάσει τα ογδόντα να φροντίζει με τέτοια στοργή τον άνθρωπο που αποτέλεσε το άλλο του μισό, τότε αναγκαστικά η ταινία προσφέρει κάτι μαγικό. Ωστόσο εδώ έγκειται η διαφορά. Ποιά είναι αυτή; Ότι ενώ όλα ακούγονται όμορφα και ρομαντικά, δεν θα συγκινηθείς στο ελάχιστο. Αυτός είναι και ο σκοπός του ίδιου του σκηνοθέτη Haneke ( Λευκή κορδέλα – White ribbon ). Δεν προσδοκά μελοδραματισμούς και ψυχολογικές φαμφάρες που θα επιφέρουν συναισθηματική φόρτιση στον θεατή, αλλά παρουσιάζει ωμά και όπως είναι την ιστορία των δυο αυτών ανθρώπων.
Το τέλος της ταινίας είναι από ελάχιστα έως πολύ απρόβλεπτο, για πολλούς ίσως και ασαφές.
Η Emmanuelle Riva η πρωταγωνίστρια της ταινίας αποτελεί το βασικό κλειδί για το μεγαλείο της ταινίας. Το φυσικά γερασμένο της πρόσωπο, οι σπασμωδικές κινήσεις, τα αχανή βλέμματα και τα ουρλιαχτά πόνου δομούν μια εικόνα άκρως σπαρακτική. Δεν θα είναι καθόλου τυχαίο αν τη δούμε υποψήφια για ¶ γυναικείο ρόλο στα φετινά Όσκαρ. Ωστόσο θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη μάχη με την συνάδελφό της και Γαλλίδα Marion Cotillard για την σαρωτική της ερμηνεία στο Rust and Bone – De ruille et d''os – Σώμα με σώμα. Δεν γίνεται στην ίδια κατηγορία να βρίσκονται δυο ξένοι ηθοποιοί, έτσι οι κριτές θα πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στην Emmanuelle Riva που αποτυπώνει άψογα έναν ρόλο αληθινό και απρόβλεπτα δυναμικό και την Marion Cotillard που καθηλώνει με την απίστευτα αψεγάδιαστη ερμηνεία της. Να σημειωθεί εδώ ότι η Marion Cotillard είναι ήδη κάτοχος χρυσού αγαλματιδίου για τον ρόλο της ως Εντιθ Πιαφ και είναι αγαπημένη πολλών στην Αμερική.
Αναμένουμε τις υποψηφιότητες και γνωρίζουμε ήδη πως ο γαλλικός κινηματογράφος από πέρυσι κιόλας έδειξε την συμβολή του όσον αφορά την έβδομη τέχνη.
Link στη σελίδα του video