Γράφει η Ελένη Κόκκα:
Η παρούσα έρευνα παρουσιάζει τα αποτελέσματα από τρείς μελέτες περιπτώσεων υφιστάμενων βιομηχανικών δικτύων στην Ιταλία και την μετάβαση τους στην Βιομηχανική Συμβίωση (Β.Σ.). Διερευνάται το πλαίσιο στο οποίο μπορούν να αξιολογηθούν η δυναμική και τα όρια για την ανάπτυξη ενός καθεστώτος συνεταιριστικής λειτουργίας, βασισμένου στις αρχές της Βιομηχανικής Συμβίωσης. Τα εμπειρικά στοιχεία καταδεικνύουν τόσο την βαρύτητα των τεχνικών παραμέτρων για τον σχεδιασμό ενός δικτύου Β.Σ. όσο και τον ρόλο μη-τεχνικών παραγόντων, αναφορικά με την προώθηση και την τελική εφαρμογή.
Οι βιομηχανικές περιοχές αποτελούν ένα ευνοϊκό πλαίσιο για την ανάπτυξη συμβιωτικών σχέσεων, λόγω γεωγραφικής εγγύτητας και διευκόλυνσης οποιασδήποτε συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκομένων μονάδων. Καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη βιομηχανικών οικοσυστημάτων, είναι το είδος των προϊόντων που παράγονται από κάθε βιομηχανική μονάδα και τα απόβλητα που εξάγονται απ' αυτή, καθώς αυτά είναι που θα προσδιορίσουν και τις πιθανές δυνατότητες συναλλαγών.
Συνοπτικά, εντοπίζονται τρείς πτυχές ανάπτυξης της Βιομηχανικής Συμβίωσης (Β.Σ.) σε ένα υφιστάμενο βιομηχανικό δίκτυο: οι φυσικές προϋποθέσεις και δυνατότητες, οι οποίες σχετίζονται με την ροή ύλης και ενέργειας εντός του δικτύου, οι οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις και οι βασικές συνθήκες και μηχανισμοί που απαιτούνται για την ανάπτυξη δικτύου Β.Σ.
Στη συγκεκριμένη εργασία μελετήθηκαν τρείς περιπτώσεις δικτύων που αφορούν βιομηχανίες χημικών προϊόντων, αυτοκινητοβιομηχανίες και βιομηχανίες γεωργικών ειδών διατροφής, στην περιοχή Abruzzo της Ιταλίας. Για τις ανάγκες της μελέτης αυτής, και για να αναδειχθούν πλεονεκτήματα και τρωτά σημεία της Β.Σ. μεταξύ των συγκεκριμένων βιομηχανιών, το πλαίσιο διερεύνησης χωρίστηκε σε τρείς βασικές κατηγορίες:
1. Τωρινή κατάσταση. Αφορά δομικούς παράγοντες όπως η φύση και τα χαρακτηριστικά των διαδικασιών και της ροής υλικών και ενέργειας, το μέγεθος των δικτύων, η ομοιογένεια των εμπλεκομένων βιομηχανιών, οι υφιστάμενοι κανονισμοί, η ενεργός συμμετοχή των εμπλεκομένων για την παροχή πληροφοριών και οργανωτική υποστήριξη κ.α.
2. Προηγούμενη κατάσταση. Αφορά παράγοντες ανάπτυξης της Β.Σ. που σχετίζονται με το ανθρώπινο δυναμικό και οργανισμούς και μπορεί να έχουν τόσο τεχνική όσο και μη τεχνική φύση.
3. Μελλοντική κατάσταση. Αφορά τα οικονομικά και περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα της Β.Σ. και την αντίληψη των εμπλεκομένων σχετικά με τα οφέλη και το δυναμικό της Βιομηχανικής Συμβίωσης ως αφομοιωμένο μέρος της παραγωγικής και επιχειρηματικής διαδικασίας και τον ρόλο ολοκλήρωσης που μπορεί να τελέσει.
Το δίκτυο παραγωγικών οργανισμών του κλαδου των χημικών αποτελείται από μεγάλες μονάδες με αυξημένο αριθμό εκροών τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά (υπεροξείδιο του υδρογόνου, πυριτικό νάτριο κ.α.), τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο της Β.Σ. Τοξικές ουσίες, ιδιαίτερα υψηλές απαιτήσεις σε ενέργεια και η παρουσία στροβιλομηχανών για παροχή ατμού και απιονισμένο νερού, συνθέτουν τη εικόνα της τωρινής κατάστασης για την βιομηχανία χημικών.
Την αυτοκινητοβιομηχανία χαρακτηρίζουν περιορισμένοι όγκοι μη τοξικών και πολύτιμων απορριμμάτων επεξεργασίας (αλουμίνιο, καουτσούκ, χάλυβας κ.α), εποχικότητα ζήτησης, ταχεία απαξίωση μηχανολογικού εξοπλισμού και εξαιρετικά υψηλές απαιτήσεις ενέργειας.
Στην αγρο-διατροφική βιομηχανία, εντοπίζονται μεγάλες ποσότητες αποβλήτων οργανικής ύλης. Υπάρχουν μεμονωμένες πρακτικές διαχείρισης για κάθε μονάδα (λίπανση, τάισμα ζώων κ.α.), ενώ εντοπίζονται σημαντικές ανεπάρκειες που σχετίζονται με την εκτεταμένη χρήση βοηθητικών υλικών όπως πλαστικό, χαρτί, ξύλο και μέταλλα, για διάφορα στάδια παραγωγής (συσκευασία, μεταφορά κ.α.) και υπάρχει αστάθεια στην παραγωγή λόγω εποχικότητας η οποία επηρεάζει τις εισροές και εκροές των μονάδων.
Βάσει των παραπάνω, προκύπτουν προτάσεις οι οποίες αφορούν την πρωτογενή παραγωγή για τις χημικές μονάδες, οι οποίες δύνανται να χρησιμοποιήσουν τοπικά υποπροϊόντα και απόβλητα και να εκμεταλλευτούν από κοινού ενέργεια, ατμό και απιονισμένο νερό. Στις περιπτώσεις της αυτοκινητοβιομηχανίας και των αγρο-διατροφικών προϊόντων συνιστάται κοινή πρακτική διαχείρισης των αποβλήτων και ανακύκλωσης. Οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί και τα πρότυπα λειτουργίας αναδεικνύονται ως ο πιο σημαντικός παράγοντας για την εφαρμογή της Β.Σ. ενώ προτείνονται τρία εργαλεία για την παρότρυνση των επιχειρήσεων προς αυτή: η θέσπιση κανονισμών, σχέδια δράσης και προγράμματα χρηματοδότησης.
Αναφορικά με την προηγούμενη κατάσταση των δικτύων, βασικά δεδομένα για την ανάπτυξη Β.Σ. αποτελούν η τοποθεσία, το τεχνολογικό και οργανωτικό υπόβαθρο, οι υπάρχουσες σχέσεις μεταξύ των επιμέρους εμπλεκομένων και οι κανόνες και αξίες της τοπικής κοινωνίας.
Το μελλοντικό δυναμικό της Β.Σ. μετά από εφαρμογή των προτεινόμενων λύσεων, διαφαίνεται θετικό ως προς τις περιβαλλοντικές και επικερδές ως προς τις οικονομικές επιπτώσεις, κυρίως μέσω παρεμβάσεων σε διαδικασίες διάθεσης προϊόντων και μεταφοράς, της μειωμένης χρήσης πρωτογενών υλικών, την καθολική υιοθέτηση της ανακύκλωσης καθώς και την προοπτική νέων επενδύσεων. Αντίθετα, Η πολυπλοκότητα και τα κόστη κάποιων λύσεων, η επιφύλαξη σχετικά με την δυνατότητα εναρμόνισης των μικρών επιχειρήσεων και η πολιτική αβεβαιότητα σχετικά με την διαχείριση αποβλήτων αποτελούν τους πιθανούς αποτρεπττικούς παράγοντες προώθησης της Β.Σ. ποι αναδεικνύονται από αυτή την έρευνα.
Πηγή:
Tadeo R. et al. (2017), The Development of Industrial Symbiosis in Existing Contexts. Experiences From Three Italian Clusters. Ecological Economics, 139:55-67
Διαθέσιμο από:
Οι τρείς αυτές μελέτες περίπτωσης κατέδειξαν το δυναμικό της Β.Σ. στην παραγωγή συστημικών αλλαγών σε διάφορα επίπεδα καθώς μερικές από τις λύσεις δεν απαιτούν οικονομική ή τεχνολογική αλλαγή και οι οργανωτικές δομές εμπλέκονται σε ελάχιστο βαθμό, άλλες επιδρούν μόνο στο οργανωτικό σκέλος των μονάδων (π.χ. διεκπεραίωση διαδικασιών για την κοινή χρήση πλατφόρμας ανακύκλωσης) και άλλες απαιτούν βαθύτερες αλλαγές τόσο στα προϊόντα και τις τεχνολογίες όσο και στην οικονομική διάσταση του συστήματος.
Η πολυπλοκότητα των συμβιωτικών σεναρίων αποτελεί βασικό γνωστικό και επικοινωνιακό φραγμό καθώς οι εμπλεκόμενοι φορείς δυσκολεύονται ιδιαίτερα να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας αλλά και τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργοποιήσουν τις απαραίτητες διαδικασίες για αυτή την αλλαγή.
Επομένως, η στόχευση σχετικά με την Βιομηχανική Συμβίωση θα πρέπει είναι η πλήρης ενημέρωση των φορέων για τα πλεονεκτήματα τα οποία συνεπάγεται τόσο σε οικονομικό όσο και σε περιβαλλοντικό επίπεδο. Οι συνέργειες και τα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη που μπορούν να επιτευχθούν μέσω των αμοιβαίων ανταλλαγών και των κοινών δραστηριοτήτων που έχουν καθιερωθεί, δημιουργούν μία πρόσθετη εξωτερική οικονομία που καθιστά τις περιοχές αυτές αναγνωρίσιμες και ελκυστικές για επενδύσεις και εγκατάσταση νέων παραγωγικών μονάδων.
Η Βιομηχανική Συμβίωση αποτελεί μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πολιτική η οποία μπορεί να επιφέρει σημαντικά οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη και της οποίας τα μειονεκτήματα μπορούν να εξαλειφθούν με σωστή ενημέρωση των φορέων και αποτελεσματικότερο στρατηγικό-οργανωτικό σχεδιασμό.
Πηγές εικόνων (επιμέλεια από ομάδα σύνταξης MyAegean): (pixel2013), (SD-Pictures), (didgeman)