γράφει η Ιωάννα Αθανασοπούλου
Όταν προτάθηκε να βγει το τεύχος του Φλεβάρη διπλό και αφιερωμένο σε ένα πολύ μεγάλο μέρος στον έρωτα, η αλήθεια είναι ότι όλοι ενθουσιαστήκαμε με την ιδέα. Άφησα για τελευταία στιγμή το δικό μου κείμενο θεωρώντας ότι λόγω της διάχυτης ερωτικής ατμόσφαιρας λίγες μέρες πριν τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου, θα είχα περισσότερη έμπνευση... Όπως πάντα υπερβολική...
Έρως ανίκατε μάχαν δίδασκε ο Σοφοκλής πριν από χιλιάδες χρόνια. Και για να είμαστε δίκαιοι, όντως ο έρωτας είναι πανίσχυρος. Αρκετά έξυπνοι οι «συμβολοποιητές» τον αναπαράστησαν ως ένα στρουμπουλό, χαρωπό, πανέμορφο μωρό. Ένα πλάσμα αξιολάτρευτο, ναζιάρικο και σκανταλιάρικο, με απαλό δέρμα και οπλισμένο με μια επικίνδυνη φαρέτρα. Οι περισσότεροι που διαβάζετε το κείμενό μου έχετε ήδη «λαβωθεί». Και ερωτώ. Είναι ο έρως τόσο αθώος και αγνός όσο και το μωρό με το στρουμπουλό πωπουδέλι; Όχι!! Σε καμία των περιπτώσεων! Αντίθετα, είναι πολλές φορές βασανιστικός, κτητικός, εγωιστικός, με εντάσεις, αμφιβολίες, διεκδίκηση, πάθος, υποσχέσεις, απελπισία και χωρίς να το καταλάβεις ευτυχία, πληρότητα, αφοσίωση, καρτούλες, λουλούδια, δωράκια, γλυκόλογα, σοροπιαστά στιχάκια, φιλιά, αγκαλιές και σεξ.
Έχουν γραφτεί χιλιάδες τόνοι μελανιού σε απειράριθμες σελίδες για να υμνήσουν εκείνον, τον έρωτα που κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί. Και σε αυτό το σημείο έρχομαι να απορήσω και να ρωτήσω αν όντως όλοι μας θεωρούμε τον έρωτα κάτι τόσο όμορφο. Γιατί, αν είναι κάτι που θέλουμε να ζήσουμε, τότε γιατί πολλοί από εμάς το αποφεύγουμε και το φοβόμαστε; Προφάσεις σχεδόν παιδιάστικές του στυλ «έχω εξεταστική» ή «δεν είμαι έτοιμος» ή «για να μου τηλεφωνήσει αμέσως, έχει να δει γυναίκα από την εποχή του Ιουστινιανού» ή «έλα μωρέ, της το λέω αύριο» ή «εκείνος μου είπε πρώτος το σ’ αγαπώ» τις έχουμε ακούσει και τις έχουμε πει οι περισσότεροι καταδεικνύνοτας για άλλη μια φορά πόσο πολύ φοβόμαστε τη δύναμη των συναισθημάτων και των επιθυμιών μας. Δεν κατηγορώ κανέναν. Άλλωστε κι εγώ η ίδια έχω κατά καιρούς αμφιταλαντευτεί σχετικά με το πόσο εκδηλωτική θα ‘πρεπε να είμαι, ενώ μπορώ και θέλω να είμαι.
Υπάρχει ένα αέναο κυνήγι μεταξύ των βαθύτερων θέλω μας και των ανασφαλειών μας με τους ρόλους του θύτη και του θύματος να εναλλάσσονται χωρίς κανείς να αντιλαμβάνεται τη σειρά της διαδοχής. Και αυτό δε συμβαίνει μόνο όταν αναζητούμε τον έρωτα, αλλά και όταν τον βιώνουμε ή νομίζουμε ότι τον βιώνουμε. Δεν υπάρχουν στάνταρ κριτήρια για να κρίνουμε αν κάποιος είναι όντως ερωτευμένος. Ο καθένας αποφασίζει για τον εαυτό του. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο ο έρωτας έχει τόσες πολλές μορφές και νοήματα... Συμπλέκεται με την αγάπη, την καψούρα, το πάθος, την εμμονή, το απωθημένο, το σεξ. Γίνεται κτητικός, καμουφλάζ ενός υπέρμετρου εγωισμού και ανάγκης για επιβολή, ευτυχία, γέλιο, αφοσίωση. Γίνεται πληρωμένος, ανυπόταχτος, τραγικός, όμορφος. Γίνεται μοναδικός, βασανιστικός, άπιαστος, λυτρωτικός, ανεκπλήρωτος.
Όπως και να είναι όμως, όποιο τίμημα και να πρέπει να πληρώσεις, είναι από τα πιο όμορφα που μπορεί να ζήσεις, Αυτή είναι η δική μου γνώμη. Έρωτας είναι βλέμματα, όνειρα, διεκδίκηση, σκοπός, αγγίγματα. Είναι βραδινές βόλτες και υποσχέσεις. Είναι σιωπές γλυκές. Δάκρυα σε μια αγκαλιά σταθερή και συνάμα ζεστή, χορός, εκδήλωση του φυσικού ενστίκτου μας για ολοκλήρωση. Αν προσέξεις, θα δεις πως εκείνος που είναι ερωτευμένος μαζί σου, σου χαμογελάει με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Προφέρει το όνομά σου με μια εκπληκτική μοναδικότητα. Δηλώνει και διεκδικεί την υπεροχή του μέσα από το ανεπανάληπτο και το αποκλειστικό... Υπάρχουν μικρές λεπτομέρειες που μας αποκαλύπτουν τα πιο όμορφα μυστικά...
Αυτά τα ολίγα για τον μικρό σκανταλιάρικο ερωτιδέα.. Τέρμα όμως οι ρομαντισμοί. Πάμε και σε πιο πρακτικά ζητήματα. Για να ευθυμήσουμε λιγάκι , αναφέρω παρακάτω πέντε τρανταχτά παραδείγματα αιφνιδίου έρωτος, απρογραμμάτιστου σεξ (μα τι σικ που τα λέω, αχ, φτου φτου σκόρδα) και συμβουλών για το πώς να αντιμετωπίσετε ενδεχόμενα, απρόοπτα ερωτικά συμβάντα.
1) Το καρούμπαλο!
Περπατάς ανέμελη στο σούπερ μάρκετ και εκεί που αναρωτιέσαι φανερά προβληματισμένη ποιον αρακά να αγοράσεις, σου έρχονται οκτώ κουτάκια από κόκα κόλα που ήταν στο παραπάνω ράφι, επειδή κάποιος κρετίνος δεν πρόσεξε και τράβηξε απότομα τις διπλανές μπύρες. Σκεφτόμενη λοιπόν ότι με το καρούμπαλο δε θα πετύχεις την ονειρεμένη ντεκαπάζ για το πάρτυ, γυρίζεις οργισμένη να ρίξεις σικ βρίσιμο του στυλ «Καλά δεν βλέπεις μπροστά σου ρε αλήτη;;; Ναι ρε , εσένα είπα ρε!!!» Κι εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιείς δύο πράγματα...
Α) Δεν πρόκειται ποτέ να τον έχεις στην ομάδα σου όταν παίζετε Jenga.
B) O αλήτης έχει υπέροχο χαμόγελο.
Δίλημμα. Τι κάνεις;
Δεν υπάρχει δίλημμα. Απλά δεν ξανατρώς κατεψυγμένο αρακά. Περιμένεις να έρθει η εποχή του.
2) Το τρακάρισμα.
Μετά πολλών κόπων και βασάνων έχεις πάρει το κλειδάκι από το αυτοκίνητο του μπαμπά και είσαι έτοιμος να δείξεις στην Πηνελόπη πόσο large άντρας είσαι που θα τη βολτάρεις. Βέβαια το αυτοκίνητο δεν το έχεις αγοράσει με δικά σου χρήματα, αλλά ποιος ασχολείται τώρα με λεπτομέρειες; Από τη στιγμή που ανήκει στην οικογενειακή περιουσία, είναι και δικό σου. Έχεις κρεμάσει το αποσμητικό δεντράκι στον καθρέφτη, έχεις επιλέξει το κατάλληλο playlist,το οποίο φρόντισες να έχει μέσα Πρωτοψάλτη και Αλεξίου, γιατί η Πηνελόπη είναι και της κουλτούρας, έχεις ελέγξει αν ανοίγουν προς τα πίσω εύκολα τα καθίσματα (μα για άνεση, τι άλλο;) και σκάει κουπλέ ο ύμνος της Πρωτοψάλτη! Σε πιάνει φανάρι στο Ιπποκράτειο προς Κηφισίας (αναμονή κανά δεκάλεπτο), έχεις ήδη ισιώσει το μαλλί στον πλαϊνό καθρέφτη και ενώ έχεις συνεπαρθεί και τραγουδάς δυνατά το «Μη με πας απ’ το σπίτι, τ’ ακούς στο Θεό να με πας», ακούς ένα μπαααααααμ!!!
Συνέρχεσαι μετά από λίγο, κοιτάς πίσω και τι βλέπεις; Ένα smart κοκκινόμαυρο σου έχει φάει τον προφυλακτήρα. Ετοιμάζεσαι να ρίξεις μπινελίκια κι εκείνη τη στιγμή βγαίνει απ ΄την κινούμενη πασχαλίτσα η Ντάλια από το παραπέντε σε μέγεθος 1.65. Ζητάει συγγνώμη, δεν ξέρει πώς έγινε αυτό, είναι απαράδεκτη κι εκεί που είσαι έτοιμος να την κάνεις 1.55, σου σκάει ένα ναζιάρικο χαμόγελο όλο παράπονο και σε κάνει να νιώθεις σαν φρουί ζελέ. Ανταλλάζετε τηλέφωνα για να δείτε πώς θα σου πληρώσει τη βλάβη (δεν θέλετε να αναμειχθούν ασφάλειες) και συναντιέστε την άλλη μέρα. Να το ένα, να το άλλο, να το παρακάτω, βρίσκεστε σπίτι της και μετά από τέσσερις βότκες ξυπνάς το άλλο πρωί μέσα στην αφάνα από τον χτύπο του κινητού σου. Απαντάς γρήγορα και ακούς την Πόπη να σε ρωτάει πού είσαι. Κοιτάς γύρω σου και αθώα απαντάς πως μάλλον πρέπει να είσαι σε μια σαβάνα του Ισημερινού. Το Ποπάκι όμως δεν τα χάφτει αυτά και ξαναρωτάει. Τότε η αφάνα αποκτά φωνή και σου λέει: Μη με ξεσκεπάζεις, κρυώνω. Η Πόπη απαιτεί εξηγήσεις.
Τι κάνεις;
Α) Βγάζεις την Πόπη τρελή.
Β) Κοιμάσαι με κάποια που μοιάζει με τη Ζουμπουλία. Άντε στη στιγμή της κορύφωσης να βγάλει κανένα ιιιιιιιιιιιιιιιι!!!! Από κει και πέρα άχνα.
Γ) Κλείνεις το κινητό σου ρε άχρηστε!
3) Το χρονοδιάγραμμα
Λίγο πριν την εξεταστική, οργανώνει ένας συμφοιτητής σου πάρτυ και έχει καλέσει κόσμο και κοσμάκη, ακόμα και τον Πελοπίδα, τον γνωστό σε όλους φωτοσυνθέτοντα φοιτητή... Σε μια στιγμή σε πλησιάζει η Βάνα Κουλίδου και σου δείχνει τον Πελοπίδα που καθαρίζει τα γυαλιά του. Την κοιτάς με απορία. Τι να θέλει άραγε; Σε ρωτάει αν είναι ελεύθερος και την ξανακοιτάς με απορία. Ρε πού το πάει, πού το πάει; Να πού το πάει! Πριν προλάβεις να απαντήσεις ότι είναι απελπιστικά ελεύθερος, σου εξομολογείται η κατά τα άλλα ξανθιά θεά και άρτι χωρισμένη από τον Μπάμπη ότι πριν λίγο είχαν πιάσει τη συζήτηση με τον Πελοπίδα και τον βρήκε πολύ ευαίσθητο και τρυφερό και θα ήθελε να γνωριστούν παραπάνω. Χωρίς να μπορείς να κρύψεις την έκπληξή σου, ρωτάς γιατί έφυγε από δίπλα του τότε και σου λέει ότι κατουριόταν. Δίνεις άφεση για την αποχώρησή της και της επισημαίνεις πως αν θέλει μόνο στοργή και ευαισθησία να αγοράσει κανένα τεράστιο αρκούδο και να δει ταινίες της Julia Roberts. Εκείνη επιμένει πως θέλει τον Πελοπίδα, αλλά δεν μπορεί να του την πέσει ευθέως. Τι να κάνεις κι εσύ, θες να συγχωρεθούν και αμαρτίες σου, αναλαμβάνεις να πείσεις τον Πελοπίδα να κάνει κίνηση.
Πας και του λες: Το και το Πέλυ. Η Βάνα η κουκλάρα σε γουστάρει. Ψήνεσαι; Κι εκεί που είσαι έτοιμη να ακούσεις λόγια ευγνωμοσύνης, ακούς το: «Δεν μπορώ τώρα, έχω εξεταστική. Μετά το συζητάμε.»... Σοκ και δέος. Μάλλον δε σε άκουσε καλά το μικρό διοπτροφόρο πλάσμα. Του ξανατονίζεις ότι είναι Η Βάνα, η θεά και ότι έχει τη μοναδική ευκαιρία στη ζωή του να κάνει σεξ με τέτοια γυναίκα χωρίς να την πληρώσει. Επιμένει. Αν δεν περάσει την οφθαλμολογία, δεν αφήνει καμία να του πετάξει τα μάτια όξω. Χάνεις την υπομονή σου. Ο Πέλυ όμως ακάθεκτος. Θέλει να βγάλει άριστα. Τον ρωτάς μήπως δεν του αρέσει. Αρνείται. Απαντά πως είναι πανέμορφη κοπέλα, γι'αυτό να της δώσεις το τηλέφωνό του και να τον πάρει μετά τον Φλεβάρη.
Τι κάνεις;
Α) Αν είσαι ο Πελοπίδας, αυτοφασκελώσου. Ευλογημένη η παρθενία.
Β) Αν είσαι η Βάνα, αυτοκτόνησε. Αν δεν αυτοκτονήσεις, απόκτησε γούστο.
Γ) Αν είσαι η φίλη μεσολαβητής, κοίτα να μην πίνεις πολύ στα πάρτυ, γιατί όλη την επόμενη μέρα θα νομίζεις ότι χτες είχες παραισθήσεις.
4) Η νεκροκεφαλή.
Είσαι ένα ντροπαλό, καθημερινό αγόρι, με πλούσιο συναισθηματικό κόσμο και εδώ που τα λέμε ομορφούλης. Είσαι αρκετά δειλός με τα κορίτσια. Την τελευταία φορά που είχες βγει με τη Μαιρούλα για καφέ χάλασε η δουλειά , γιατί η μαμά σε πήρε έντρομη τηλέφωνο να τρέξεις σπίτι να κατεβάσεις τον Κίττυ της από το δέντρο. Κίττυ είναι ο γάτος της μαμάς. Γενικά η μαμά παίρνει συχνά τηλέφωνο, σε ρωτάει πού είσαι, τι ώρα θα γυρίσεις για να σου έχει έτοιμο το σνίτσελ σου, να προσέξεις να μην ιδρώσεις και να θυμάσαι ότι δεν πειράζει να πηγαίνεις σε ξένες τουαλέτες, αρκεί να μην ακουμπάς. Ένα σαββατοκύριακο σε καλούν σε ένα πάρτυ. Ντύνεσαι, στολίζεσαι και πας. Εκεί γνωρίζεις τη Μάργκι, χαρακτηριστική γκοθού και δυναμικός χαρακτήρας. Μιλάτε όλο τα βράδυ και στο τέλος, μετά την τόσο τρυφερή φράση «Τι θα γίνει Μπομπ, θα με φιλήσεις επιτέλους ή να σε μεθύσω ακόμα πιο πολύ;» καταλαβαίνεις ότι είσαι ερωτευμένος. Η Μάργκι κατά έναν διεστραμμένο τρόπο δείχνει να σε θέλει. Το πρόβλημα όμως είναι τι θα πει η μαμά....
Ένα ηλιόλουστο πρωινό λοιπόν, ενώ περπατάτε με την Μάργκι στον δρόμο χέρι χέρι, αντικρίζεις από απέναντι τη μαμά να κουβαλάει τσάντες με ψώνια και να σέρνει και τον Ασπρούλη. Η μαμά μένει αποσβολωμένη με το βλέμμα της να καρφώνεται στο χέρι σου που περικυκλώνεται από τα πολύ χαριτωμένα δαχτυλίδιανεκροκεφαλές της Μάργκι. Έχει το ίδιο βλέμμα με τότε που σου είχε απαγορεύσει να μιλάς στη Χριστίνα, γιατί σου πήρε τη σημαία στο Λύκειο και εσύ ήσουν ένας απλός παραστάτης και όχι σημαιοφόρος. Η μαμά συνοφρυώνεται, καταλαβαίνει τι παίζει και σου λέει να πας μαζί της.
Τι κάνεις;
Α) Φωνάζεις «Δάγκωσέ την Ασπρούλη»!!! και αμέσως μετά τρέχεις με την κοπέλα σου όσο πιο γρήγορα μπορείτε. Εκείνη φοράει ήδη κάπα και αεροδυναμικά συμφέρει η φυγή.
Β) Ακολουθείς τη μαμά και πίσω από τον ώμο της κάνεις με το χέρι σου το γνωστό σχήμα του τηλεφώνου στη Μάργκι. Ξέρεις ότι θα σε πει φλώρο, αλλά δεν μπορείς και να στενοχωρήσεις τη μαμά.
Γ) Ξυπνάς λουσμένος στον ιδρώτα. Όνειρο ήταν! Άλλωστε εσένα σου αρέσει ο Κορνήλιος.
5) Η γειτόνισσα.
Εδώ και δύο μήνες έχει μετακομίσει δίπλα σου η Λίζα. Στην αρχή όλα ήταν καλά. Τις δύο τελευταίες βδομάδες όμως η Λίζα έχει μετατραπεί στον χειρότερο εχθρό του ύπνου σου. Κάθε βράδυ μετά τις 00:17 (μα τι στο καλό, χρονόμετρο έχει) σείεται ο τόπος από βογκητά, αγκομαχητά και αχ και βαχ και τι σου κάνω μάνα μου και τι μου κάνεις και ψυχικό σου κάνω και ναι και όχι και λοιπούς αλαλαγμούς έντονης αποκορύφωσης του πάθους. Στην αρχή σκέφτηκες να το αντιμετωπίσεις διακριτικά και με κατανόηση, αλλά πλέον η κατάσταση έχει γίνει ανυπόφορη. Και δε φτάνει μόνο αυτό. Όοοοχιιι!!!! Δε φτάνει που η διπλανή έχει μεταμορφωθεί στον χειρότερο εφιάλτη σου, είναι και ότι δεν μπορείς να την ανταγωνιστείς. Προχτές με τον Ιόλαο ούτε ένα βογγητό δε σου βγήκε. Κι εκεί είναι που απορείς. Μα τι της κάνει επιτέλους;;;;;;; Έφτασες στο σημείο να βάλεις γυάλινο ποτήρι στη μεσοτοιχία, σου πέρασε από το μυαλό ότι το κάνει για να σε κομπλάρει, στη συνέχεια απαξίωσες και την αποκάλεσες ξεδιάντροπη, νιώθοντας και ντροπή για τον εαυτό σου που έπεσες τόσο χαμηλά, μετά σκύλιασες που δεν ξέρεις τι γίνεται (από εγκυκλοπαιδικό ενδιαφέρον και μόνο), μετά σκέφτηκες πως όλα αυτά είναι υποκειμενικά, στη συνέχεια τη λυπήθηκες, γιατί μάλλον πάσχει από κάτι ανίατο και μετά τη μίσησες θανάσιμα.
Τι κάνεις;
Α) Φοράς ωτοασπίδες, παύεις να το σκέφτεσαι και παίζεις με τον Ιόλαο για ώρες σκάκι. Εν ανάγκη κάνεις και γιόγκα για μεγαλύτερη αυτοσυγκέντρωση.
Β) Μετά από έναν μήνα άκαρπων προσπαθειών πείθεις τον Ιόλαο να ασχοληθεί με την κηπουρική (να καλλιεργεί βιόλες) και καλείς γενική συνέλευση της πολυκατοικίας εκθέτοντας το θέμα.
Γ) Η πολυκατοικία μένει ασυγκίνητη στο δράμα σου και εσύ αναγκάζεσαι να ρωτήσεις τη Λίζα το μυστικό της.
Δ) Η Λίζα χαμογελαστή σου λέει ότι το θέμα είναι κυρίως εγκεφαλικό και εσύ πλέον αποκαλείς τον Ιόλαο Ηρακλή. Με τις υγείες σου!
Όπως και να έχει το ζήτημα, εσείς ερωτευτείτε! Κάνει καλό! Το συστήνει και η ιατρός!
Φιλιά! Ιωάννα.
Το άρθρο μπορείτε να το κατεβάσετε σε εκτυπώσιμη μορφή από το site του περιοδικού:
http://saligaros.googlepages.com/Diagnwsh_erws.pdf
(χρειάζεται το δωρεάν πρόγραμμα Adobe Reader)
από Dali_Doc στις Παρασκευή, 15 Φεβρουαρίου 2008 (14:31:19)